Να αναπαύουμε τους ανθρώπους πνευματικά
Παλιά
στους δέκα.. οι έξι ήταν θεοφοβούμενοι,
οι δύο μέτριοι και οι δύο αδιάφοροι,
αλλά και αυτοί
είχαν μέσα τους πίστη.
Σήμερα
δεν είναι έτσι.
Δεν ξέρω
που θα πάη αυτή η κατάσταση.
Να
προσπαθήσουμε τώρα, όσο μπορούμε, να βοηθήσουμε πνευματικά τους ανθρώπους·
όπως
έγινε τότε με τον κατακλυσμό,
με την
κιβωτό του Νώε, έτσι και τώρα …
να
γλυτώσουν μερικοί, να μη σακατευθούν
πνευματικά.
Θέλει
πολλή προσοχή, πολλή διάκριση, να δη κανείς τα πράγματα από πολλές πλευρές και
να
αναπαύση τους ανθρώπους.
Μήπως
εμένα με αναπαύει να μαζεύωνται οι άνθρωποι ή ήθελα να βλέπω τόσο κόσμο;
Όχι, αλλά σ᾿ αυτήν την κατάσταση που βρισκόμαστε,
θέλουν λίγη βοήθεια οι καημένοι
οι άνθρωποι. Εγώ δεν έγινα παπάς,
για να
μην έχω να κάνω με κόσμο,
και
τελικά περισσότερο ασχολούμαι με τον κόσμο.
Αλλά ο Θεός ξέρει την διάθεσή μου
και
μου δίνει περισσότερα από όσα θα μου έδινε
αν έκανα
αυτό που με ανέπαυε.
Πόσες
φορές παρακαλώ την Παναγία
να μου
οικονομήση έναν τόπο μακρινό, ήσυχο,
να μη βλέπω, να μην ακούω τίποτε,
να κάνω
προσευχή για όλον τον κόσμο,
αλλά δεν
μ᾿
ακούει· σε άλλα τιποτένια μ' ακούει.
Βλέπω ότι τώρα ο Θεός, όταν πρόκειται να έχω κόσμο, με βιδώνει στο κρεββάτι με
κάποια αρρώστια, για να ξεκουρασθώ.
Δεν μου δίνει την γλυκύτητα
που ένιωθα παλιότερα στην προσευχή,
γιατί δεν
θα μπορούσα να αποχωρισθώ από αυτήν.
Τότε, όταν ερχόταν κανείς στο Καλύβι,
ζοριζόμουν να βγώ από εκείνη την κατάσταση την
πνευματική[1].
Εκεί στο
Καλύβι γίνομαι… πρόγραμμα
των
ανθρώπων.
Διαβάζω
μέσα Ψαλτήρι, απ' έξω χτυπούν.
Τους λέω
«περιμένετε ένα τέταρτο» και αυτοί φωνάζουν:
«Έ, Πάτερ, σταμάτα την προσευχή·
ο Θεός δεν παρεξηγείται». Κατάλαβες;
Μέχρις
εκεί φθάνουν!
Δεν είναι
μόνον που θα σταματήσω, αλλά αν βγώ, μετά πάει, τέλειωσε. Ό,τι κάνω μέχρι τότε.
Το πρωί, στις εξήμισι–επτά η ώρα πρέπει να έχω τελειώσει και τον Εσπερινό, για
να είμαι σίγουρος.
«Φώς... πρωϊνόν αγίας
δόξης»!
Την ώρα
που τελειώνετε εσείς τον Όρθρο,
εγώ έχω
τελειώσει και τα κομποσχοίνια του Εσπερινού.
Αν
προλάβω να πάρω αντίδωρο το πρωί, καλά· μετά ούτε τσάι· γίνομαι πτώμα, πέφτω
κάτω. Ακόμη και το Πάσχα, την Διακαινήσιμο, είχα κάνει ενάτες, τριήμερα[2].
Μπορείς–δέν
μπορείς, πρέπει να μπορής. Μια μέρα, δεν ξέρω τί εμπόδια είχε ο κόσμος – ίσως
είχε φουρτούνα η θάλασσα και δεν είχε καράβι – και δεν ήρθε κανείς στο Καλύβι.
Πά, πά, έζησα μια σιναΐτικη μέρα,
όπως τότε
στην σπηλιά της Αγίας Επιστήμης[3]!
Όταν η
θάλασσα έχη φουρτούνα,
εγώ έχω.. μπουνάτσα· όταν έχη μπουνάτσα,
τότε έχω
φουρτούνα.
Έχω
βέβαια την δυνατότητα να πάω κάπου να ησυχάσω. Ξέρετε πόσοι μου έχουν πει να
μου κάνουν τα έξοδα, για να πάω στην…
Καλιφόρνια, στον Καναδά;
«Έχουμε Ησυχαστήριο, λένε, να ᾿ρθής».
Αν βρεθώ
σε άγνωστο τόπο, θα είναι
σαν να
βρίσκωμαι στον Παράδεισο.
Δεν θα με ξέρη κανείς, θα έχω το
πρόγραμμά μου, θα ζήσω καλογερικά, όπως θέλω.
Βλέπεις
όμως, όταν τελειώνη ο πόλεμος, τότε απολύεται κανείς. Τώρα
έχουμε πόλεμο,
πνευματικό πόλεμο. Πρέπει να είμαι στην πρώτη γραμμή. Τί μαρξιστές υπάρχουν, τί μασόνοι, τί σατανιστές και τόσοι άλλοι!
Πόσοι δαιμονισμένοι, πόσοι αναρχικοί, πόσοι πλανεμένοι έρχονται,
για να τους.. επισφραγίσω την πλάνη τους!
Και
πόσους μου τους στέλνουν, χωρίς να
τους προβληματίσουν, άλλοι για να τους ξεφορτωθούν,
άλλοι για να μη βγάλουν αυτοί το φίδι από την τρύπα... Να ξέρατε πόσο
στριμώχνομαι και από πόσες μεριές!
Πίκρα το
στόμα μου από τον πόνο των ανθρώπων.
Μέσα μου όμως νιώθω παρηγοριά.
Αν φύγω,
το θεωρώ σαν να φεύγω από την πρώτη γραμμή, σαν να οπισθοχωρώ.
Το θεωρώ προδοσία. Έτσι το νιώθω.
Μήπως
ξεκίνησα για τέτοια πράγματα
ή
ξεκίνησα για να βοηθάω μοναστήρια;
Για αλλού
ξεκίνησα και αλλού βρέθηκα,
και τώρα πώς παλεύω! Και βλέπεις, ο άλλος δεν μιλάει. Δεν πάει
να διαλύσουν την Εκκλησία; «Δεν πειράζει!», λέει. Πηγαίνει και με τον έναν και
με τον άλλον, αρκεί να βολευτή.
Τί να βολευτή! Αυτόν τον βολεύει ο διάβολος
τελικά.
Αυτά είναι άτιμα πράγματα.
Αν ήθελα
εγώ να κάνω αυτό που με ευχαριστεί, ού, ξέρετε πόσο εύκολο ήταν;
Σκοπός
όμως είναι να κάνω όχι αυτό που βολεύει εμένα, αλλά αυτό που βολεύει τον άλλον.
Αν
σκεφτόμουν πώς να βολευτώ εγώ, έχω την δυνατότητα να βολευτώ σε πολλές μεριές.
Για να
περάσης όμως στην βουλή του Θεού, πρέπει να γίνης «βουλευτής» του Θεού, όχι
«βολευτής» του εαυτού σου.
[1] Ο
Γέροντας μετά από μια έντονη πνευματική κατάσταση που έζησε – ένιωθε να λειώνη
από την αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο σαν την λαμπάδα που βρίσκεται σε
θερμό χώρο – έλαβε την πληροφορία ότι δεν πρέπει να αρνηθή την βοήθειά του προς
τους ανθρώπους. Από τότε διέθετε την ημέρα στους ανθρώπους που τον
επισκέπτονταν και την νύχτα προσευχόταν για τα ποικίλα προβλήματα του κόσμου.
Όταν όμως το πλήθος των προσκυνητών αυξήθηκε κατά πολύ, είχε τον λογισμό να
απομακρυνθή σε άγνωστο τόπο, για να διαθέτη όλον τον χρόνο του στην προσευχή.
Τότε για δεύτερη φορά είχε πληροφορία να παραμείνη στο Κελλί του, στην
«Παναγούδα», και να αναπαύη τον κόσμο.
[2] Αποχή
από φαγητό και νερό μέχρι την ενάτη ώρα βυζαντινή (3 μ.μ.) ή για τρεις ημέρες.
[3] Ο
Γέροντας ασκήτεψε στο Σινά, στο ασκητήριο της Αγίας Επιστήμης, τα χρόνια
1962-1964.Ι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου