Posted on 13 Μαΐου, 2019 by kosmaser
Μια φορα , ηταν ενας Χριστιανός που τον ελεγαν Ιωάννη.
Ηταν πλουσιος , αγραμματος, αλλα ευλαβής.
Μια μερα, αποφασισε , μοίρασε την περιουσία του και πήγε σ ενα Μοναστήρι.
Όμως οντας αγραμματος,στενοχωριόταν επειδή δεν ήξερε να διαβάζει προσευχές, όπως οι άλλοι μοναχοί, μια και δεν έπαιρνε τα γράμματα.
Δεν μπορουσε ούτε μία ευχή να πει απ’ έξω, ούτε το Πάτερ Ημών.Οι Μοναχοι προσπάθησαν να του μάθουν γράμματα, να του ερμήνευσουν τις διαφορες προσευχές,και τους ψαλμούς.
Ο Ιωαννης δεν μπορούσε να μάθει τίποτα.
Κάποιος όμως έμπειρος και ενάρετος γέροντας προσφέρθηκε τότε να τον βοηθήσει.
Του διάβασε μια-μια όλες τις ευχές, και τον ρώτησε ποια του φαινόταν ωραιότερη για να την μάθει.
Πιο πολύ μ’ αρέσει, λέει, το Θεοτόκε Παρθένε.
Και ο γεροντας αυτός με κόπο πολύ και
του ‘μαθε την ευχή :
Θεοτόκε Παρθένε, Χαῖρε κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετά σοῦ, εὐλογημένη, σύ ἐν γυναιξί, καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου, ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Και με την συνεχή επανάληψη και τον καιρο ο Ιωαννης, την αποστήθισε, και χάρηκε πολύ, σαν να απέκτησε πολύτιμο θησαυρό και την έλεγε ασταμάτητα ολη μέρα και νύχτα και στις αγρυπνίες π α ν τ ο ύ .
Τα χείλη του συνεχώς εκινούντο. Απέφευγε να λέγει περιττά λόγια και απομακρυνόταν από τους άλλους μοναχούς, για να λέει όλο και περισσότερο την προσευχή αυτή και να απολαμβάνει την γλυκύτητά της.
– Γιατί μας αποφεύγεις ευλογημένε; Του είπε μια ημέρα ένας αδελφός.
– Για να λέω κάποτε-κάποτε το Χαῖρε Μαρία αδελφέ μου γιατί είμαι αμαρτωλός.
Από τότε λοιπόν οι πατέρες χαϊδευτικά τον πείραζαν και τον έλεγαν Χαῖρε Μαρία… και όχι με το όνομά του.
Έλα εδώ Χαῖρε Μαρία…, πήγαινε εκεί Χαῖρε Μαρία, κάνε τούτο Χαῖρε Μαρία, κάνε το άλλο
Ετούτος όμως ο μακάριος τα δεχόταν όλα με χαρά και αγαλλίαση..
Έλεγε λοιπόν αδιάκοπα για πολλά χρόνια και με πολύ ευλάβεια την αγία αυτή ευχή στην Υπεραγία Θεοτόκο εως την ώρα της κοιμήσεώς του, που χωρίστηκε η μακαρία και ευλογημένη ψυχή του απ’ το σώμα του.
Οι μοναχοί κατά τον θάνατό του, καθώς διάβαζαν το ψαλτήριο και εν συνεχεία την νεκρώσιμο ακολουθία του, αισθάνθηκαν όλοι τους μιαν άρρητη ευωδία που προερχόταν από το ιερό του λείψανο και γι’ αυτόν τον λόγο τον ενταφίασαν σε έναν ξεχωριστό τόπο ,πίσω από το Άγιο Βήμα
Η ευωδία αυτή όχι μόνο δεν λιγόστεψε μετά την ταφή αλλά καθημερινά και μεγαλωνε. Την ενάτη μέρα όταν πήγαν με τον Ηγούμενο να του διαβάσουν τρισάγιο και να τον μνημονεύσουν είδαν ένα παράδοξο θαύμα και απόρησαν όλοι.
Είχε φυτρώσει στον τάφο του ένας ωραιότατος κρίνος και στο κάθε φύλλο του ήσαν γραμμένα με χρυσά γράμματα οι λέξεις:
Χαῖρε Κεχαριτωμένη Μαρία.
Η ευωδία του κρίνου εκείνου δεν έμοιαζε με την μοσχοβολιά κανενός επίγειου άνθους.
Τότε ο Ηγούμενος είπε στους αδελφούς: Πατέρες μου από αυτό το θαυμάσιο, ας γνωρίσουμε πόση αγιοσύνη είχε τούτος ο τρισμακάριος και πόσο πόθο και αγάπη έτρεφε προς την Κυρία μας του ουρανού την Υπεραγία Θεοτόκο.
Ασφαλώς η ρίζα αυτή του κρίνου θα βρίσκεται βαθιά στην καρδιά του.
Όταν πέρασαν τα τρία χρόνια στην εκταφή, όπως μας διασώζει η ευσεβής παράδοσις, είδαν με τα μάτια τους οι μοναχοί και διαπίστωσαν ότι ο κλώνος αυτού του υπερθαύμαστου ολόλευκου κρίνου εξήρχετο απ’ το στόμα του.
Οι δε ρίζες του ήσαν ριζωμένες στην άλιωτη και ευωδιάζουσα καρδιά του.
Από εκεί είχε φυτρώσει ο ιερός εκείνος κρίνος.
Χαῖρε Μαρία.
Ἀπόσπασμα ἐκ τοῦ βιβλίου
«Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου