Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024

ΜΕΡΙΜΝΑ..ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ..ΤΟ ΘΑΥΜΑ

 

ΘΕΟΣ ΕΓΓΙΖΩΝ…

Αποτέλεσμα εικόνας για τραίνο χιονια δάση,





Φεβρουάριος 1937. Βράδυ. 

Θερμοκρασία 40-45 °C υπό το μηδέν.



Θεός ἐγγίζων ἐγώ εἰμί, λέγει Κύριος, καί οὐχί Θεός πόρρωθεν. εἰ κρυβήσεταί τις ἐν κορυφαίοις, καί ἐγώ οὐκ ὄψομαι αὐτόν; μή οὐχί τον οὐρανόν καί τήν γῆν ἐγώ πληρῶ; Ιερεμ. κγ ́ 23, 24.

Ένα τραίνο κινείται με μεγάλη ταχύτητα ανάμεσα στα δάση, κατάλευκα από το πυκνό χιόνι, που πέφτει από το πρωί.

Επιβάτες του ιερείς, μοναχοί και μοναχές, που κατευθύνονται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της βόρειας Σιβηρίας.

Ήταν τόση η ταλαιπωρία τους απο το σφοδρό κρύο  και τα βασανιστήρια  , ώστε πολλοί πέθαιναν στο τραίνο.

Τότε οι φρουροί που τους συνόδευαν, άνοιγαν την πόρτα τού τραίνου και τούς πετούσαν έξω στο χιόνι, ύψους περίπου 23 μέτρων.

Αυτό επαναλήφθηκε και με ένα νέο ιερέα, ο οποίος κοιμόταν στο πάτωμα. Τον νόμισαν νεκρό, τον άρπαξαν, άνοιξαν την πόρτα και τον πέταξαν έξω.Το τραίνο συνέχισε την πορεία του.

Έπεσα στο αφράτο χιόνι, θυμόταν αργότερα ο ιερεύς, μισοκοιμισμένος, σαν πούπουλο, ενώ σταμάτησε η χιονόπτωση. Απόλυτη ησυχία. Μόνο οι δυνατοί κτύποι της καρδιάς μου νόμιζες ότι ενοχλούσαν και διέκοπταν την ησυχία. 

Δεν υπήρχαν δένδρα εκεί κοντά.




Αποτέλεσμα εικόνας για τραίνο χιονια δάση,



Το πυκνό δάσος ήταν λίγο μακρύτερα. Δεν αισθανόμουν τόσο πολύ το κρύο. Να ‘ταν η φλόγα της αδιάκοπης προσευχής μου στον Κύριο Ιησού Χριστό και την Υπεραγία Θεοτόκο ;

Τα δάκρυα που μούσκευαν το πρόσωπο και τα χιονισμένα ρούχα μου καθώς κατέβαζαν τον ουρανό στη γη;Ποιος ξέρει 

Και τότε ακούω βαριά βήματα στο χιόνι. Μία τεράστια καφετιά αρκούδα έρχεται από το κοντινό δάσος προς εμένα.




Αποτέλεσμα εικόνας για Μία τεράστια καφετιά αρκούδα




Με πλησιάζει, κάνει μια βόλτα γύρω μου και σιγά σιγά  ξαπλώνει δίπλα μου. Με προσοχή να μη με συνθλίψει με το τεράστιο βάρος της, απλώνει το πόδι της κάτω από το σώμα μου και με το άλλο με καλύπτει απαλά ώστε να βρεθώ στην αγκαλιά της. 

Ένιωσα τόση ζεστασιά




Σχετική εικόνα



Κοιμήθηκα.

Πόσο κράτησε αυτό δεν θυμάμαι. Όταν ξύπνησα ήταν μέρα πια ̇ δε χιόνιζε. Από κάποια κίνησή μου η αρκούδα κατάλαβε ότι ξύπνησα. 

Μού έγλειψε το πρόσωπο και όσο πιο απαλά μπορούσε τράβηξε τα πόδια της και σηκώθηκε. Έκανε μια βόλτα γύρω μου και σιγά σιγά κατευθύνθηκε προς το πυκνό δάσος.

Σηκώθηκα. 

Ένας χείμαρρος δοξολογίας ξεπήδησε από την καρδιά και τα χείλη μου. 

Το χιόνι, το κρύο, τα δάση, ο ουρανός, η ζέστη, τα ζώα, η αρκούδα, όλα μαζί μου μιλούσαν ̇ δοξολογούσαν ασταμάτητα τον πιο στοργικό Πατέρα και την πιο γλυκιά Μάνα της γης



Αποτέλεσμα εικόνας για τραίνο χιονια δάση,



Ολομόναχος στη Σιβηρία. Κοίταξα τις γραμμές τού τραίνου.


Κάποιο χωριό θα είναι κοντά, σκέφθηκα.Πράγματι, ένα μικρό χωριό φάνηκε σε μικρή απόσταση. 

Λιγοστά σπίτια. 

Κτύπησαν μια πόρτα. Μου άνοιξαν. 

Ξαφνιάστηκαν που με είδαν. 

Με φιλοξένησαν. 

Ήταν κρυπτοχριστιανοί.




Αποτέλεσμα εικόνας για τραίνο χιονια δάση,




Έμεινα εκεί πολλές ημέρες, μέχρις ότου βρέθηκε η κατάλληλη ευκαιρία και έφυγα.

Σώθηκα.Θαύμα Μόνο θαύμα;

Μέριμνα, προστασία Μόνον ;

Είναι η αλήθεια ̇ η επαναλαμβανόμενη αλήθεια. 




Πηγη : Ναταλία Γ. Νικολάου , Μόσχααπό το περιοδικό Η Δράση μας.τεύχος Φεβρουαρίου 2019

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024

Η ΑΘΑΝΑΤΗ ΦΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ..

 

Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΘΑΝΑΤΗ ΦΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ






 



 

 

 

Στις αρχές του 2ου π.Χ αιώνα ο 

Φ ι λ ο π ο ί μ η ν, Αρκάδας στρατηγός, είδε ότι  ο Ρωμαίος υπάτος Φλαμινικος,ειχε  διάθεση για εμπλοκή στα ελληνικά και κατάλαβε πως οι Έλληνες βρισκόταν μπροστά σε τεράστιες περιπέτειες.

Ετσι ο  Φιλοποίμην αποφάσισε να συμβουλευθεί το 

Μαντείο των Δελφών.

Η Πυθία έδωσε τον εξής χρησμό και ταυτόχρονα τον απόλυτο ορισμό της Ελλάδας, που εδώ και 22 αιώνες επιβεβαιώνεται στο ακέραιο

«Ασκός κλυδωνιζόμενος μηδεπώποτε βυθιζόμενος»


Η ιέρεια των Δελφών παρομοίασε, την Ελλάδα με φουσκωμένο ασκί στο φουρτουνιασμένο πέλαγος, που κλυδωνίζεται μεν λόγω των κυμάτων, αλλά που δεν πρόκειται να βυθιστεί ποτέ.

 

 

 


Πράγματι, επιβεβαιώνοντας τους φόβους του Φιλοποίμενα.

Οι Ρωμαίοι ήρθαν.

Οι Γότθοι ήρθαν. 

Οι Άβαροι ήρθαν.

Οι Φράγκοι ήρθαν.

Οι Τούρκοι ήρθαν.

Οι Άραβες ήρθαν.

Οι Γερμανοί ήρθαν.


 

 

Σύμμαχοι ήρθαν, προδότες   ήρθαν, χρεωκοπίες ήρθαν, μνημόνια ήρθαν.

Αλλ ο ασκός , σε πείσμα όλων αυτών και πολλών άλλων, 

μ η δ ε π ώ π ο τ ε   β υ θ ί ζ ε τ α ι 


Σκεφτειτε το λιγο...σημερα με τη οχλαγωγια του Νομοσχεδιου περι..τεκνοθεσιας και αλλων τινων.. 


 

 

 

 

Advertisements

Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2024

Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ






















Ο Στάρετς Ζαχαρίας διηγήθηκε ένα περιστατικό, συγκινητικό για το βαθύ περιεχόμενό του, που συνέβη σε κάποιον νέο, τελείως άπειρο από ψεύδος και πονηριά και που διακρινόταν από την παιδική του ηλικία για την αγάπη του προς την αλήθεια. Εδώ φαίνεται η ψυχή ενός καθαρού και τίμιου, αλλά αγράμματου ανθρώπου με πίστη μικρού παιδιού, ακλόνητη και απλή, που είχε καρδιά και θέληση καθαρή και που αγωνιζόταν για τον Θεό, μια ψυχή που τον έκανε πράγματι λίγο μόνο παρακάτω από τους αγγέλους. Όντως είχε γίνει σοφός, ικανός να βλέπει και τα ουράνια και τα επίγεια.



Μια φορα κι εναν καιρο, στη μακρινη ρωσια τα παλια χρονια, στ απόμερα βάθη της χώρας, ζούσε ένας χωριάτης, ορφανός, αγράμματος, εργατικός .
Η ψυχή του καθαρή σαν κρύσταλλο. Σε κάθε υπόθεση πάντοτε υπήκουε στην συνείδησή του, που ήταν ευθεία, ευαίσθητη και αυστηρή.
Με τον απλό τρόπο του πάντοτε άκουγε την φωνή της.
Ο απλοϊκός αυτός άνθρωπος τηρούσε τις νηστείες . Ήταν πάντοτε χαρούμενος και γεμάτος ενθουσιασμό για τη ζωή.
Δεν κατέκρινε κανένα ποτέ, θεωρώντας τον εαυτό του χειρότερο και κατώτερο από κάθε άλλον.
Μια ημέρα, άκουσε από ένα προσκυνητή πως για να σωθεί κανείς πρέπει να αναλάβει τον σταυρό του και να ακολουθήσει τον Χριστό.
Ο απλοϊκός μας άνθρωπος δεν είχε πάει ποτέ σαν μεγάλος στην εκκλησία αφού ήταν πολύ μακριά από το χωριουδάκι που ζούσε.
Είχε βαπτισθεί σαν μωρό, μα δεν το θυμόταν καθόλου.
«Πρέπει να αναλάβεις τον σταυρό σου και να ακολουθήσεις τον Χριστό».
Αυτά τα λόγια ο απλοϊκός μας άνθρωπος τα εννοούσε στην κυριολεξία.
Παρήγγειλε ένα τεράστιο ξύλινο σταυρό και αποφάσισε να τον πάρει και να ακολουθήσει τον Χριστό.
Η καθαρή ψυχή του ποθούσε τον Θεό, η καρδιά του διψούσε την σωτηρία, αλλά πώς να Τον ακολουθεί; Και πού; Σε ποιό δρόμο; Που ήταν ο Χριστός;
Να ο σταυρός, αλλά πού να τον πάει;
Ο απλοϊκός άνθρωπος άφησε τα λίγα υπάρχοντά και τη δουλειά του, σήκωσε τον σταυρό του πάνω στους ώμους του και ξεκίνησε.






Βάδιζε, και επιτέλους, μέσα σ' ένα πυκνό δάσος, συνάντησε ένα ανδρικό μοναστήρι. Χτύπησε την πόρτα.
- «Ποιός είσαι εσύ;», ρώτησε με απορία ο πορτάρης και «που πας με τον σταυρό σου;»
- «Να εδώ είμαι, βαστάζοντας τον σταυρό μου, αλλά δεν ξέρω πως να φτάσω στον Χριστό, δεν θα μου δείξεις τον δρόμο;»
- «Πω, πω, βρήκαμε έναν παλαβό. Θα πάω να τα πω στον ηγούμενο».
Πήγε ο μοναχός και τα είπε στον ηγούμενο, ο οποίος έμεινε κατάπληκτος και διέταξε να του φέρουν τον απλοϊκό.
- «Μα δεν έρχεται, επιμένει να μην αφήσει τον σταυρό του και έτσι δεν μπορεί να μπει στο κελλί σας με τον σταυρό, είναι πολύ μεγάλος».
Ο ηγούμενος, πήγε ο ίδιος στον απλοϊκό. Κουβέντιασε μαζί του και είδε ότι είναι ένας άνθρωπος του Θεού.
- «Λοιπόν εάν θέλεις θα σε βοηθήσουμε να φτάσεις στον Χριστό. Κι εμείς σ' Αυτόν πηγαίνουμε».
- «Τότε που είναι οι σταυροί σας;», απόρησε ο ξένος, «ξέρετε, ότι ο Κύριος δεν θα σας δεχθεί χωρίς ένα σταυρό».
- «Είναι μέσα μας. Εμείς τους βαστάμε μέσα μας»,
είπε ο ηγούμενος.
- «Μα πώς γίνεται αυτό»
ρώτησε με έκπληξη ο ξένος.
- «Εσύ ο ίδιος θα δεις πως. Αλλά προς το παρόν θα σου δώσω την ευχή μου να μείνεις εδώ και θα έχεις ένα διακόνημα, να καθαρίζεις μέσα στην εκκλησία.
Πάρε τον σταυρό σου και φέρε τον κάτω εκεί, στην εκκλησία.






Ο απλοϊκός άνθρωπος μπήκε μέσα στην εκκλησία με πολύ φόβο και άρχισε να καθαρίζει.







Σήκωσε το κεφάλι του και πάγωσε. Εκεί ψηλά επάνω του, επάνω από το Ιερό, ηταν ένας μεγάλος ξύλινος σταυρός και επάνω του εικονιζόταν, σε φυσικό μέγεθος, ο Εσταυρωμένος. Ο απλοϊκός μας δεν είχε δει ποτέ τέτοιο πράγμα.
Τον κοίταζε και τον ξανακοίταζε. Καρφιά ήταν βαλμένα μέσα στα χέρια και στα πόδια, απ' όπου ανέβλυζε αίμα.
Στο στήθος του, επίσης, ήταν αίμα και τραύμα.
Και το κεφάλι του ήταν λουσμένο στο αίμα, το δε πρόσωπό του πρησμένο και χτυπημένο. Ποιός ήταν; Ποιός ήταν αυτός;
«Άνθρωπε, ποιός είσαι; Και εσύ βάσταξες τον σταυρό σου και δεν χωρίσθηκες από αυτόν; Αλλά πώς γίνεται να είσαι κρεμασμένος στον σταυρό σου;»
Αίμα έσταξε στην καρδιά του απλοϊκού. Ένοιωσε τόση αγάπη και οίκτο γι' αυτόν που έπασχε, που του φαινόταν πως θα έδιδε και την ζωή του, εάν μονάχα θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τον πάσχοντα και να τον βοηθήσει.
- «Αλλά πώς μπορείς να κρέμεσαι εκεί συνέχεια χωρίς τροφή; Έλα κάτω, κατέβα από τον σταυρό σου και θα σου δώσω εγώ να φας».

Γονατιστός, ο απλοϊκός άνθρωπος ύψωσε τα χέρια του και προσευχήθηκε ....Προσευχήθηκε χωρίς να σταματήσει.
«Κατέβα, έλα σε μένα. Δίδαξόν με πώς και πού να βαστώ τον σταυρό μου, μήπως πρέπει κι εγώ να σταυρωθώ επάνω του».
Έτσι προσευχόταν στον Εσταυρωμένο για μερικές ημέρες και νύχτες, με όλη του την καρδιά.
Και έπεσε κάτω μπροστά Του και έγινε μούσκεμα από τα δικά του τα δάκρυα.
Και ο Εσταυρωμένος ακούοντας τις προσευχές, υψωμένες προς Αυτόν από τα βάθη μιας καρδιάς,
κατέβηκε από τον σταυρό και δίδαξε τον απλοϊκό πώς να βαστά τον σταυρό του για να έλθει στην Βασιλεία των Ουρανών.
Κανείς δεν μπορεί να σωθεί χωρίς το σταυρό του.
Ο Κύριος απεκάλυψε στον απλοϊκό το μυστήριο του Τριαδικού Θεού, το μυστήριο της αγάπης της Αγίας Τριάδος, του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

Εγώ είμαι ο Υιός του Ουρανίου Πατρός και έχω λυτρώσει το ανθρώπινο γένος με τον Σταυρό μου. Κανείς δεν θα μπορέσει να εισέλθει στην Βασιλεία των Ουρανών χωρίς τον σταυρό του.
Κανείς δεν θα δεχθεί την Χάριν του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά του χωρίς τον σταυρό του Γολγοθά και να πλέξεις γύρω του, σαν τριαντάφυλλα, τα έργα της αγάπης.
Ο απλοϊκός τα άκουγε όλα και δέχθηκε το Άγιο Πνεύμα στην καρδιά του και ο Κύριος του απεκάλυψε πώς εντός ολίγων ημερών θα αναχωρήσει για την Βασιλεία των Ουρανών.
Ο απλοϊκός μετά χαράς άρχισε να ετοιμάζεται για τον θάνατο, προσευχόμενος ακαταπαύστως και ευχαριστώντας τον Θεό για όλα. Επίσης απεκάλυψε στον ηγούμενο την ώρα του τέλους του. Ο ηγούμενος έχυσε λίγα δάκρυα και τον παρεκάλεσε να πει μερικές προσευχές στον Κύριο και γι' αυτόν. Με όλη του την καθαρή καρδιά ο απλοϊκός άρχισε να μεσιτεύει προς τον Σωτήρα για τον ηγούμενο.

- «Πάρε κι αυτόν στην Βασιλεία των Ουρανών, απόλυσέ τον από την πρόσκαιρη τούτη ζωή».
- «Αλλά, γιατί πρέπει να πάρω και αυτόν; Δεν είναι ακόμα έτοιμος».
- «Ω! Πάρε τον, χάριν της αγάπης που μου έδειξε, όταν μου έδωσε διπλή μερίδα ψωμί και που το μισό έφερα σε Σένα. Κάμε αγάπη σ' αυτόν, χάριν της αγάπης που έκαμε σε μένα. Πάρε τον στην Βασιλεία των Ουρανών.
Ω Κύριε, Θεέ μας, είσαι ο Σωτήρ μας, που σταυρώθηκες για χάρη μας, επάκουσον της προσευχής μου.
Μη τον στερήσεις της ανεκφράστου Σου Χάριτος και χαράς.

Ο Κύριος άκουσε τις προσευχές του απλοϊκού και του απεκάλυψε την ώρα του θανάτου του ηγουμένου και ο απλοϊκός του είπε την ώρα του τέλους του.
Ο ηγούμενος άρχισε να ετοιμάζεται για την μετάθεσή του στην αιωνιότητα.
Στην ορισμένη ημέρα και ώρα, ο απλοϊκός εξεδήμησε προς τον Κύριο και μετά από δυο εβδομάδες, στην ορισμένη ημέρα και ώρα,
εκοιμήθη και ο ηγούμενος.





ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:
«Ο ΣΤΑΡΕΤΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ»,
Εκδόσεις Ιερού Μετοχίου Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Ορμύλια Χαλκιδικής

Πηγη https://www.facebook.com/analogion?