Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

ΝΙΚΑΙΑ 325-2025










 Νίκαια, 325 – 2025: 1700 χρόνια μετά.


Πάπας Λέων ΙΔ'
Πατριάρχης Βαρθολομαίος

Το 2025 η Εκκλησία επιστρέφει στη Νίκαια.
Ο Πάπας Λέων IΔ' και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στέκονται μαζί στην İznik - την αρχαία Νίκαια - για να τιμήσουν 1700 χρόνια από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο του 325 μ.Χ., εκεί όπου η Εκκλησία όρισε :

ὁ Υἱὸς ὁμοούσιος τῷ Πατρί.
Η συνάντηση αυτή δεν είναι μια απλή επετειακή τελετή.
Είναι μια συμβολική επιστροφή στις ρίζες.
Τότε η Εκκλησία διασώθηκε από τον Αρειανισμό∙ σήμερα δοκιμάζεται από την ιστορική της διάσπαση.

Τότε οι Πατέρες συγκεντρώθηκαν για να ορίσουν τι πιστεύουμε∙ Σήμερα οι Προκαθήμενοι στέκονται ο ένας δίπλα στον άλλο για να θυμίσουν ότι η πίστη που μας ενώνει είναι βαθύτερη από όσα μας χωρίζουν.
Όμως δεν υπάρχει αφέλεια εδώ∙ γνωρίζουμε πως η ενότητα δεν κατορθώνεται με φωτογραφίες, ούτε με δηλώσεις καλών προθέσεων.
Χρειάζεται μετάνοια, θεολογική ειλικρίνεια, διάλογο, σταύρωση του εγωισμού των Εκκλησιών.
Η Νίκαια του 325 - το σημείο μηδέν της χριστιανικής ενότητας
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος υπήρξε ιστορική στιγμή κρίσης και ταυτόχρονα γέννησης.
Χωρίς αυτήν, δεν θα είχαμε το «Πιστεύω» όπως το γνωρίζουμε∙ δεν θα υπήρχε η χριστολογία όπως θεμελιώθηκε∙ ίσως ούτε η ίδια η Εκκλησία θα είχε διασωθεί αδιάσπαστη στην πίστη της.
Στη Νίκαια, οι επίσκοποι διακήρυξαν όχι απλώς δόγματα, αλλά τον πυρήνα της σωτηρίας:

ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος Θεός.

Η ενότητα δεν ήταν διοικητική αλλά οντολογική.
Εδράζονταν στην ίδια την θεότητα του Χριστού.
Εκεί γεννήθηκε η εκκλησιολογική συνείδηση ότι :
η αλήθεια της πίστης είναι προϋπόθεση ενότητας, όχι συνέπεια.

Η Νίκαια του 2025 - όχι Σύνοδος, αλλά συνάντηση
Σήμερα, κανείς δεν ισχυρίζεται ότι η Ορθοδοξη και η Καθολική Εκκλησία συμφιλιώνονται αυτομάτως.
Τα θεολογικά, κανονικά, εκκλησιολογικά εμπόδια παραμένουν.
To Filioque, το πρωτείο, η εκκλησιολογία του πρώτου θρόνου, η αμοιβαία κανονικότητα των μυστηρίων - τίποτε από αυτά
δεν λύνεται με ένα προσκύνημα.
Όμως κάτι βαθύτερο συμβαίνει.
Στη Νίκαια οι δύο ηγέτες πηγαίνουν όχι για να συζητήσουν ποια Εκκλησία έχει δίκιο, αλλά για να θυμηθούν
ποιος είναι ο Χριστός.

Και αυτό δεν είναι μικρό.
Ο Πατριάρχης και ο Πάπας στέκονται πάνω στις πέτρες όπου Πατέρες, αιρετικοί, αυτοκράτορες και άγιοι έδωσαν μάχη για μία ομολογία.
Εκεί συντελέστηκε η πρώτη μεγάλη πράξη ενότητας.
Εκεί επιστρέφουμε όχι για να αναβιώσουμε το παρελθόν, αλλά για να κριθεί αν πιστεύουμε ακόμη ότι η ενότητα είναι δυνατή.
Δεν υπάρχει ακόμη κοινό ποτήριο.
Αλλά υπάρχει κοινή μνήμη - και ίσως, επιτέλους, κοινή επιθυμία.
Τι απομένει; Ποια είναι η οδός;
Η επίσκεψη δεν ενώνει τα σχισμένα∙ ενώνει τις προσεγγίσεις.
Δεν καταργεί τα προβλήματα, αλλά τα αναδεικνύει υπό νέο φως.
Θέτει μία ερώτηση που δεν μπορούμε πια να αγνοήσουμε:
Μπορεί η Εκκλησία, 1700 χρόνια μετά, να ξαναμιλήσει με μία καρδιά;
Αν η Νίκαια του 325 μας έδωσε το «Πιστεύω»,
η Νίκαια του 2025 μας ρωτά αν το πιστεύουμε ακόμη.
Η ενότητα δεν θα έρθει με διπλωματία, αλλά με αγιότητα.
Δεν θα προκύψει με συμφωνίες κορυφής, αλλά
με μεταμορφωμένες καρδιές.
Δεν θα έρθει από τα πάνω, αν πρώτα δεν γεννηθεί μέσα μας.
Ίσως λοιπόν η σημαντικότερη πράξη αυτής της συνάντησης δεν είναι η κοινή δήλωση, αλλά
η σιωπή προσευχής μπροστά στα θεμέλια μιας Βασιλικής που πια δεν υπάρχει.
Μια Εκκλησία που έζησε δια μέσου αιώνων βλέπει τα ερείπια της ιστορίας και καλείται να απαντήσει:
Θα αρκεστούμε στη μνήμη ή θα ζητήσουμε Ανάσταση;
1700 χρόνια μετά, η Νίκαια δεν είναι μόνο μνήμη.
Είναι πρόσκληση.
Προς ενότητα, αλήθεια, ταπείνωση.
Ίσως, προς ένα νέο ξεκίνημα.
Σε εποχές όπου ο Χριστιανισμός συχνά μετατρέπεται σε πολιτισμική ταυτότητα ή ηθικό σύστημα, χρειάζεται να θυμηθούμε ξανά τον Ιησού Χριστό στην πληρότητα των δύο φύσεων.
Τον τέλειο Θεό και τον τέλειο άνθρωπο.
Ξεχνάμε συχνά την ανθρώπινη φύση Του. Τον θέλουμε θριαμβευτή, ανέγγιχτο, μακριά από τις πληγές μας. Κι όμως, ο Χριστός της Γεθσημανή δεν κάθεται - όπως γράφει ο Καζαντζάκης - «αναπαυμένος σε μαλακά σύννεφα», αλλά ιδρώνει αίμα, πεινά, δακρύζει, φοβάται, αγαπά.
Είναι Θεός που καταδέχεται να κουραστεί.
Είναι Θεός που περπατά με ανθρώπινα πόδια.
Είναι Θεός που σώζει από μέσα, όχι από μακριά.
Αν μία αληθινά οικουμενική πορεία μπορεί να υπάρξει, αυτή θα ξεκινήσει μόνο από εκεί:
από το να ξαναθυμηθούμε τον Χριστό ως Θεάνθρωπο και όχι ως ιδέα.
Να ξαναβρούμε
όχι απλώς το «Πιστεύω», αλλά Εκείνον στον οποίο πιστεύουμε.
Ίσως λοιπόν, 1700 χρόνια μετά, το μεγαλύτερο ερώτημα είναι αυτό:
Δεν είναι μόνο αν θα ενωθούμε με τους άλλους,
αλλά αν πρώτα θα ενωθούμε ξανά με Εκείνον.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου