Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023

ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ..ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ..ΘΕΡΑΠΕΙΑ

 













Το να Θυμώνεις; ειναι φυσιολογικό. Μην αισθάνεσαι τύψεις . Ταυτόχρονα όμως, μην επαναπαύεσαι. 

Τα συναισθήματα μέσα μας  ενυπάρχουν κι εμείς αποφασίζουμε να τα ενεργοποιήσουμε. 

Η ενεργοποίηση γίνεται μέσω της μετάφρασης  του νοήματος που συνειδητά προσδίδουμε σε όσα μας συμβαίνουν.

Αν κάποιος εκνευριστεί μαζί σου και σε βρίσει, είναι εύκολο να αντιδράσεις κάνοντας το ίδιο κι εσύ. Να νιώσεις το ίδιο μ’ αυτόν. 

Ότι δεν αγαπιέσαι αρκετά. 

Ο θυμός είναι στην πραγματικότητα φόβος ότι δεν αγαπιέσαι αρκετά. 

Όπως όλα τα αρνητικά συναισθήματα. Αν όμως ξέρεις ότι αυτός που σε βρίζει πάσχει από βαριά ασθένεια, που τον κάνει να φέρεται έτσι, πόσο αλλάζουν τα πράγματα..





Ισως δεν θα σε εξενεύριζε  ένας άρρωστος αγενής άνθρωπος. 

Την επόμενη φορά που θα σου μιλήσει κάποιος εκνευρισμένος, σκέψου Τον καημένο. Πάσχει από βαριά μορφή έλλειψης αγάπης. 

Τον καταλαβαίνω. Χαμογέλα και συνέχισε.

Προσεξτε τωρα  ένα συναίσθημα υπάρχει: αυτό της αγάπης. 

Όλα τα άλλα  είναι παραλλαγές του. Κι ένας φόβος υπάρχει: 

Ο φόβος μήπως δεν αγαπηθούμε. 

Το μίσος, η οργή, η λύπη, ο θυμός, όλα τα αρνητικά συναισθήματα έχουν να κάνουν με την απώλεια της αγάπης ή με το φόβο ότι δεν αγαπιόμαστε αρκετά.

Δεν τιμωρείς  κάποιον όταν τον σκέφτεσαι συνεχώς θυμωμένος. Έστω ότι σε εκνευρίζει ένας περαστικός που δεν κάνει στην άκρη και πέφτει άτσαλα πάνω σου. 

Σκέψου ότι εκείνος συνεχίζει τη ζωή του, δεν ξέρει καν το όνομά σου, δεν θυμάται το πρόσωπό σου, δεν γνωρίζει ότι είσαι θυμωμένος, δεν επηρεάζεται καθόλου απ’ αυτό, κι εσύ τον κουβαλάς μέσα σου για ώρες, ίσως και για όλη τη μέρα. 




Και σου χαλάει τη διάθεση. 

Σε ποιον κάνεις τη χάρη; Ποιος χάνει; Εκείνος ή εσύ;

Η λύση επομένως, είναι η συγχώρεση. Σκεψου πως οταν εισαι οργισμενος  η τοξικότητα του σάλιου σου  σκοτώνει ποντίκι. 

Το μίσος σκοτώνει. Ο θυμός είναι ένας αμυντικός μηχανισμός. Είναι ένας τρόπος να νιώσεις δυνατός όταν πονάς. Εσύ πώς νιώθεις κάθε φορά που θυμώνεις; Κι όταν περνάει ο θυμός, τι μένει; Πιθανότατα να νιώθεις άδειος, αλλά και γεματος  τύψεις, τύψεις και λύπη για το πόσο πολύ εξαρτάσαι από τα αρνητικά συναισθήματά σου και από αυτά των άλλων. Έτσι ήμουν κι εγώ κάποτε υπηρξαμε ολοι μας Εξαρτώμενοι.

Τη ρώτησα: 

Γιατί του είσαι ευγνώμων; Στην αρχή σάστισε. Σιγά σιγά άρχισε να ανοίγεται. Έτσι μπήκε στη διαδικασία να σκεφτεί ότι ένας από τους λόγους που είναι συναισθηματικός άνθρωπος και θέλει να δώσει αγάπη στους γύρω της είναι γιατί δεν πήρε αγάπη από τον αδελφό της. 

Ένας από τους λόγους που θα γίνει καλή μαμά και θα προστατεύσει τη σχέση των παιδιών της είναι γιατί οι γονείς της δεν προστάτευσαν εκείνη σε σχέση με τον αδελφό της.

Είμαι ευγνώμων γιατί με δίδαξες ποιες συμπεριφορές να αποφεύγω και τι άνθρωπος να μη γίνω, άρχισε να επαναλαμβάνει. 

Σε συγχωρώ. Σε αγαπώ που είσαι αδελφός μου. Δεν σε χρειάζομαι όμως άλλο στη ζωή μου. Όχι όσο είσαι έτσι. 

Του τηλεφώνησε, του είπε ότι τον αγαπά, ότι τον συγχωρεί για όσα της έχει κάνει, αλλά ότι δεν θα ανεχτεί ποτέ ξανά αυτού του είδους τη συμπεριφορά. 

Μου εκμυστηρεύτηκε ότι δεν είχε ξανανιώσει πιο δυνατή στη ζωή της, πιο γεμάτη και πιο ελεύθερη. 

Είχε εκπλαγεί με τον εαυτό της, είχε ξεπεράσει τις προσδοκίες της και ήταν βαθιά συγκινημένη γι’ αυτό.

Πες ευχαριστώ σε όσους σε πρόδωσαν. 

Αποκαλύπτοντας το πραγματικό τους πρόσωπο, σε προστάτεψαν από εκείνους στο μέλλον, σπρώχνοντάς σε να τους βγάλεις από τη ζωή σου στο παρόν. 

Έπειτα, συγχώρεσέ τους. Όταν συγχωρείς κάποιον, γαληνεύεις. Κάνεις χάρη σ’ εσένα και όχι σ’ εκείνον.





πηγή : enallaktikidrasi.com



Κυριακή 23 Ιουλίου 2023

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΤΥΦΛΩΝ..

 




















Το σημερινό ευαγγέλιο περιγράφει ένα περιστατι­κό από τα πολλά, που ο Θεός χτυπάει την πόρτα της ψυχής τού ανθρώπου κι ο άνθρωπος την ανοίγει κι αφήνει τον Κύριο να περάσει. Ο Θεός θαυματουργεί σε οτιδήποτε κάνει. Όπου κι αν βρίσκεται, θαυματουργεί. Μπροστά Του όλοι οι νόμοι, φυσικοί και ανθρώπινοι, αποσύρονται όπως τα σύννεφα μπροστά στον ήλιο. Μόνο η δύναμή Του παραμένει, η σοφία κι η αγάπη Του – και τότε όλα είναι υπέροχα, γλυκύτατα και πανένδοξα.

Μέσα στο σκότος όπου ζούσαν οι ειδωλολάτρες Γαδαρηνοί, ο Κύριος δε βρήκε πίστη στους ανθρώ­πους, ακόμα και μετά το μεγάλο θαύμα που έκανε θεραπεύοντας τους δυο δαιμονιζόμενους. Μετά όμως ακολούθησαν διάφορα περιστατικά, το ένα μετά το άλλο, όπου η αγάπη τού Χριστού συνάντησε τη μεγά­λη πίστη των ανθρώπων. Περιστατικά όπου ο Κύριος κρούει κι οι άνθρωποι ανοίγουν πρόθυμα την πόρτα της ψυχής τους και του δίνουν την ευκαιρία να θαυματουργήσει. Εκεί που συναντιέται η πίστη με την αγάπη, γεννιέται το θαύμα.

Η πίστη φάνηκε πρώτα στους ανθρώπους που κου­βάλησαν τον παραλυτικό και τον κατέβασαν μπροστά στο Χριστό από την οροφή τού σπιτιού. Και ιδών Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ· θάρσει, τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου…εγερθείς άρον σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκον σου (Ματθ. θ’ 2, 6). 

Δεν είναι γεμάτα αγάπη τα λόγια αυτά; «Και εγερθείς απήλθεν εις τον οίκον αυτού» (θ’ 9). Δεν είναι ένα θαύμα αυτό, που προέκυψε από πίστη κι αγάπη; Μετά απ’ αυτό έχουμε τη γυναίκα που υπόφερε δώ­δεκα χρόνια από αιμορραγία. Με μεγάλη πίστη άγγιξε απλά το ιμάτιό Του και είπε μέσα της: «Εάν μόνον άψωμαι του ιματίου αυτού, σωθήσομαι» (Ματθ. θ’ 21). Αυτή είναι πίστη. Κι ο Κύριος της είπε: «θάρσει, θύγατερ· η πίστις σου σέσωκέ σε» (Ματθ. θ’ 22). Λόγια αληθινής αγάπης! «και εσώθη η γυνή από της ώρας εκείνης» (αυτόθι). Κι αυτό το θαύμα γεννήθηκε από πίστη κι αγάπη.

Έχουμε έπειτα τον Ιάειρο, που πήγε περίλυπος στον Ιησού και του είπε: Η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν· αλλά ελθών επίθες την χείρά σου επ’ αυτήν και ζήσεται
(Ματθ. θ’ 18). 
Ακούμπησε μόνο τα χέ­ρια Σου πάνω της και θα ζήσει Αυτή ήταν μια πίστη που δεν είχε τον παραμικρό δισταγμό, την παραμικρή αμφιβολία. 
Κι ο Κύριος πήγε, εκράτησε της χειρός αυτής, και ηγέρθη το κοράσιον (Ματθ. θ’ 25)
Αυτή είναι αγάπη πραγματική ενός φίλου, ενός θεραπευτή. Την κράτησε από το χέρι κι αυτή αναστήθηκε. Ήταν κι αυτό ένα θαύμα που προήλθε από πίστη κι αγάπη.

Μετά από τα θαυμαστά αυτά περιστατικά, όπου συναντιούνται η πίστη τού ανθρώπου με την αγάπη του Θεού, το σημερινό ευαγγέλιο μας περιγράφει κι άλλο ένα παρόμοιο περιστατικό.




Και παράγοντι εκείθεν τού Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες· ελέησον ημάς, υιέ Δαβίδ (Ματθ. θ’ 27). 

Από πού ερχόταν ο Ιησούς; 
Από το σπίτι τού Ιάειρου, όπου είχε αναστή­σει το νεκρό κορίτσι. 
Οι δυο τυφλοί άκουσαν πως ο Κύριος περνούσε από κει και τον ακολούθησαν κραυ­γάζοντας και ζητώντας την ευσπλαχνία Του. 
Με τον ίδιο τρόπο είχε ζητήσει το έλεός Του ο τυφλός στην Ιεριχώ. Καθόταν στην άκρη τού δρόμου και ζητιάνευε 
και ακούσας ότι Ιησούς ο Ναζωραίος εστιν, ήρξατο κράζειν και λέγειν· υιέ Δαβίδ Ιησού, ελέησόν με (Μάρκ. ι’ 47). 
Το ίδιο έκαναν κι οι δυο τυφλοί. Ακουσαν από εκείνους που τους οδηγούσαν πως περ­νούσε από κει ο θαυματουργός Ιησούς, ξέχασαν την επαιτεία τους καθώς και οτιδήποτε άλλο κι άρχισαν αμέσως να τον ακολουθούν και να φωνάζουν. 
Ήταν κι αυτοί τέκνα τού Αβραάμ, του φίλου τού Θεού, που αξιώθηκε κάποτε να δει τον ίδιο το Θεό. 
Οι ταλαίπωροι αυτοί άνθρωποι όμως δεν είχαν μάτια για να δουν τη δημιουργία τού Θεού.

Γιατί οι τυφλοί αποκαλούσαν τον Ιησού, Υιό του Δαβίδ; Επειδή στο Ισραήλ ο τίτλος αυτός ήταν ο πιο τιμητικός απ’ όλους
Ο βασιλιάς Δαβίδ αποτελούσε το πρότυπο για όλους τούς βασιλιάδες τού Ισραήλ. Κι όπως κάθε δίκαιος άνθρωπος ονομαζόταν τέκνο τού Αβραάμ, έτσι και κάθε δίκαιος ηγέτης ονομαζόταν υιός τού Δαβίδ. Ο Χριστός είχε αληθινή εξουσία και δύναμη, που έβγαινε από Εκείνον φυσικά, όπως η ανάσα. Το ότι οι Ισραηλίτες συνήθιζαν ν’ αποκα­λούν τους μακρινούς απογόνους τού Δαβίδ τέκνα τού Δαβίδ, φαίνεται καθαρά σε πολλά σημεία της Αγίας Γραφής. Είναι πιθανό επίσης οι δυο τυφλοί να σκέ­φτονταν πως ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας και γι’ αυτό τον ονόμαζαν Υιό Δαβίδ. 
Όλος ο λαός περίμενε το Μεσσία από το Θεό και πίστευαν όλοι πως θα προερχόταν από τον οίκο Δαβίδ. 
Και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού» (Λουκ. Α΄ 32), αποκάλυψε ο αρχάγγελος Γα­βριήλ στην Παναγία Μητέρα τού Θεού. 
Ο αρχάγγελος χρησιμοποίησε την κοινή γλώσσα τού λαού, γι’ αυτό και ονόμασε το Δαβίδ πατέρα τού Ιησού, μ’ όλο που λίγο νωρίτερα τον είχε ονομάσει Υιό του Υψίστου, δηλαδή Υιό τού Θεού.

[Ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει στο Λόγο 56: 

Όποιος προσεύχεται σαρκικά και δεν έχει πνευματική αίσθηση, είναι σαν τον τυφλό που κράζει: 
Υιέ Δαβίδ, ελέησόν με 
Ένας άλλος τυφλός όμως, με το που έλαβε το φως του και είδε τον Κύριο, δεν τον ονόμασε Υιό Δαβίδ, 
αλλά  Υιό τού Θεού 

Δεν είναι κι αυτή μια φοβερή κατηγορία ενάντια στους σκοτισμένους Φαρισαίους και τους γραμματείς, που ονόμαζαν το Χριστό βλάσφημο κι αμαρτωλό; 
Προ­σέξτε πώς τους ντροπιάζει ο Κύριος με κείνους που οι ίδιοι υποτιμούσαν και τους λογάριαζαν κατώτερούς τους. Κι εννοώ τους ειδωλολάτρες και τους τυφλούς, ακόμα και τους δαίμονες
Ενώ οι ίδιοι, τυφλωμένοι από τη ματαιότητα, δεν μπορούσαν να δουν το Χρι­στό παρά μόνο ως ένα βλάσφημο κι αμαρτωλό, ο ειδωλολάτρης εκατόνταρχος απέδωσε τη δύναμή Του στη θεότητά Του  οι δαίμονες στα Γάδαρα τον ονόμασαν Υιό τού Θεού  κι οι τυφλοί τον είδαν με το πνεύμα τους ως Υιό τού Δαβίδ  
Οι ειδωλολάτρες είδαν στην πα­ρουσία τού Χριστού τον ίδιο το Θεό, ενώ οι «σοφοί» άρχοντες του Ιουδαϊκού λαού ήταν ανίκανοι να τον αναγνωρίσουν. Οι τυφλοί άνθρωποι είδαν ό,τι δεν μπόρεσαν να δουν οι Φαρισαίοι, οι γραμματείς κι οι άρχοντες του λαού.

Οι τυφλοί ακολουθούσαν το Χριστό και κραύγαζαν, Εκείνος όμως δε γύρισε να τους δει. Γιατί; Πρώτο, για ν’ αυξήσει τη δίψα τους για το Θεό και την πίστη τους σ’ ΕκείνονΔεύτερο, για ν’ ακούσουν πολλοί τις κραυγές τους και να πέσουν κι οι ίδιοι σε περισυλλογή, να δοκιμαστεί η πίστη τους.
Τρίτο για να δείξει την ταπείνωσή Του. Ήθελε μ’ αυτόν τον τρόπο ν’ αποφύ­γει τη δόξα των ανθρώπων. 
Αν έκανε το θαύμα στη μέση του δρόμου, μπροστά στο πλήθος, όλοι θα τον εγκωμίαζαν. 
Γι’ αυτό και προτίμησε να τους θεραπεύ­σει μέσα σε σπίτι, μπροστά σε μια χούφτα μάρτυρες. 
Τι σοφία, πόση ταπείνωση 
Ήξερε πολύ καλά πως 
ου γαρ έστι κρυπτόν ο εάν μη φανερωθή Μάρκ. δ’ 22
Όσο πιο καλά κρύβεται το καλό έργο, τόσο ευκολότερα θ’ αποκαλυφθεί.

Ελθόντι δε εις την οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί, και λέγει αυτοίς ο Ιησούς· πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; λέγουσιν αυτώ· ναι, Κύριε (Ματθ. θ’ 28). 

Η πίστη των τυφλών αυτών ήταν τόσο μεγάλη, που τους έκανε να τρέξουν ξοπίσω Του. 
Δε δείλιασαν επειδή δε γύρισε να τους κοιτάξει στο δρόμο και δεν ανταποκρίθηκε στις απεγνωσμένες κραυγές τους. 
Η πίστη τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε τον ανα­ζήτησαν ακόμα και στο σπίτι που επισκέφτηκε.
 Μ’ όλο που το σπίτι αυτό ήταν ξένο κι άγνωστο, εκείνοι τόλμησαν να μπουν μέσα. Θα σκέφτηκαν: 

Αυτή είναι η στιγμή της θεραπείας μας. Ή τώρα ή ποτέ 

Το ένιωθαν πως δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος σ’ ολόκληρο τον κόσμο έκτος από το Χριστό που θα μπορούσε ν’ ανοίξει τα μάτια τους και να τους δώσει την όραση.

Πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; 
τους ρώ­τησε. 
Γιατί τους ρώτησε αφού γνώριζε και είδε την πίστη τους; Εκείνος βλέπει όλα τα μυστήρια, διαβάζει όλες τις καρδιές. 
Τους ρώτησε για να τους κάνει να δημοσιοποιήσουν την πίστη τους, τόσο για δική τους χάρη όσο και για κείνους που ήταν μπρο­στά. 
Η δημόσια ομολογία βεβαιώνει την πίστη, τόσο σ’ αυτούς που ομολογούν όσο και σ’ εκείνους που ακούν την ομολογία τους.

Ναι, Κύριε, 
απάντησαν οι τυφλοί. Χαρούμενοι που τους μίλησε ο Χριστός, φανέρωσαν με ακόμα μεγα­λύτερη δύναμη την πίστη τους σ’ Εκείνον και στην εξουσία Του. Ναι, ΚύριεΔεν τον ονόμασαν πάλι υιό Δαβίδ. 
Τους φάνηκε κάπως μικρός κι εφήμερος ο τίτλος αυτός. Γι’ αυτό τον ονόμασαν Κύριο. 
Αυτή ήταν η ομολογία της πίστης τους. 
Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος, ο Θεάνθρωπος και Σωτήρας. Κι αυτό είναι αρκετό, 
πας γαρ ος εάν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου σωθήσεται (Ρωμ. ι’ 13).

Η πίστη λοιπόν βρισκόταν στην καρδιά και τα χείλη τους. 
Τώρα έπρεπε να βαδίσει η αγάπη για να συνα­ντήσει την πίστη και τότε θα γινόταν το θαύμαΚαι τώρα η αγάπη, που ουδέποτε εκπίπτει, σπεύδει για να συναντηθεί με την πίστη

Τότε ήψατο των οφθαλμών αυτών λέγων κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν και ανεώχθησαν αυτών οι οφθαλμοί (Ματθ. θ’ 29, 30). 

Ήταν σα νά ‘βαζαν μια λάμπα δίπλα σ’ ένα νε­κρό άνθρωπο Ο πάναγνος Κύριος δε μολύνθηκε από το ακάθαρτο σώμα της ανθρωπότητας και την ακόμα πιο ακάθαρτη ανθρώπινη ψυχή.

Πάντα μεν καθαρά τοις καθαροίς, μας λέει ο απόστολος Παύλος Τίτ. α’ 15 
Ο Χριστός άπλωσε τα χέρια Του και άγγιξε τα σκοτεινά βαθουλώματα, τα κλειστά παράθυρα, τα σβησμένα μάτια τού τυφλού και τα μάτια άνοιξαν. 
Το παραπέτασμα σύρθηκε στο πλάι και το φως πλημμύρισε τη φυλακή. 
Κι η φυλακή τότε έγινε παλάτι ηλιόλουστο. 
Κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίνΗ πίστη δεν καταισχύνεται

Γι’ αυτό και στους τυφλούς όλα έγιναν κατά την πίστη τους. 
Πόσο αλήθεια εκτιμά τα πλάσματά Του ο Κύριος, μ’ όλο που η πλάση ολόκληρη δεν είναι παρά καπνός και στάχτη κάτω από τα πόδια Του Ζητώντας την πίστη, 
ζητά τη συνεργασία τού ανθρώπου στο έργο της δημιουργίας Του
Όπως λέει ο ιερός Χρυ­σόστομοςθα μπορούσε να θεραπεύσει όλους τους αρρώστους της γης μ’ ένα Του λόγο. Τί θα κατόρθωνε έτσι όμως; Θά ‘βαζε όλους τους ανθρώπους στη σει­ρά μαζί με τα άλλα άλογα ζώα, που ούτε ελεύθερη επιλογή ούτε ελεύθερη βούληση έχουν, μα ούτε και ανώτερους σκοπούς. 
Θα υποβίβαζε τον άνθρωπο στο επίπεδο της σελήνης και των άστρων, κατά κάποιο τρόπο, που λάμπουν όπως έχουν οριστεί να κάνουν. 
Θα τους κατέβαζε στο επίπεδο των βράχων, που είναι ταγμένα να στέκονται ή να πέφτουν, ή στο επίπεδο του νερού των ποταμών, που ρέουν κατά πως είναι υποταγμένα στους φυσικούς νόμους.

Ο άνθρωπος είναι λογικό όν. 
Είναι ηθικά υπο­χρεωμένος να κάνει εκείνο που η άλογη κτίση κάνει ασυνείδητα, νά ‘ναι δηλαδή αφοσιωμένος στο Θεό και να τηρεί τις εντολές Του
Η φύση ολόκληρη λέει: 
Ο Θεός διατάζει κι εγώ υπακούω, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς
Ο Κύριος διατάζει κι εγώ είμαι ηθι­κά υποχρεωμένος να τον υπακούσω, λέει ο αληθινός άνθρωπος. 

Ο άνθρωπος έχει επιλογή όχι ανάμεσα σε δυο καλά, αλλά ανάμεσα στο καλό και στο κακό. 
Αν επιλέξει το καλό θα είναι φίλος του Θεού και γιος της αιώνιας βασιλείας. 
Αν επιλέξει το κακό θ’ απο­μακρυνθεί από το Θεό και θα είναι σε χειρότερη θέση ακόμα κι από την άλογη κτίση. Αυτό είναι το θέλημα του Δημιουργού, ώστε ο άνθρωπος να διαλέξει σ’ αυτή τη ζωή ανάμεσα στο καλό και στο κακό. 
Γι’ αυτό ζητά ο Κύριος την πίστη από τους ανθρώπους. Ώστε να συνεργαστούν μαζί Του για τη δική τους σωτηρία
Ο Θεός ζητά πολύ λίγα από τους ανθρώπους. 
Ζητά μόνο τη θέλησή τους
να τον ομολογήσουν ως Θεό παντο­δύναμο, να παραδεχτούν πως       
οι ίδιοι χωρίς Θεό δεν είναι τίποτα
Αυτή είναι πίστη. 
Μόνο την πίστη αυτή ζητά ο Κύριος από τους ανθρώπους για το δικό τους καλό, για τη δική τους σωτηρία.

Και ενεβριμήσατο  αυτοίς Ιησούς λέγων· οράτε μηδείς γινωσκέτω. οι δε εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη  (Ματθ. θ’ 30, 31). 
(ενεβριμήσατο σημαινει επεπληξεν) 

Γιατί ο Κύριος τους ζήτησε εντονα να μην πουν λέξη για το θαύμα αυτό; Πρώτον, επειδή δεν επιζητεί τη δόξα ή τον έπαινο των ανθρώπων
Ο έπαινος των ανθρώπων δεν προσθέτουν  στη δόξα Του. 
Δεύτερογια να δείξει πως ό,τι κάνει, προέρχεται από συμπάθεια κι αγάπη για τον άνθρωποόπως κάνει η μάνα για το παιδί της. Όχι όπως κάνουν οι μάγοι κι οι ταχυδα­κτυλουργοί, οι υπηρέτες των δαιμόνων, που μέσα τους μισούν και περιφρονούν τους ανθρώπους κι ό,τι κάνουν, είναι για να εισπράξουν τη δόξα και τον έπαινό τους. 

Τρίτογια να δώσει έτσι στους ανθρώπους το παρά­δειγμα πως κάθε καλό έργο πρέπει να το κάνουν για χάρη τού Θεού κι όχι για χάρη της ματαιότητας
Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου (Ματθ. στ’ 3). Και 

Τέταρτο, επειδή γνωρίζει πως 
το καλό δεν μπορεί να κρυφτεί και θέλει να το καταλάβουν κι οι άνθρωποι αυτό
Αυτό έπρεπε να ξεκαθαριστεί μια και καλή. 
Είτε τους άρεσε είτε όχι, οι τυφλοί θα διατυμπάνιζαν το θαύμα Του σ’ όλη την περιοχή τους. 
Κι αν ακόμα η γλώσσα τους δε μιλούσε, θα μιλούσαν τα μάτια τους. Αν ήθελαν να μείνουν σιωπηλοί, θα τους ανάγκαζε να μιλήσουν ξανά και ξανά η δύναμη του Θεού, που φέρνει όλα τα πράγματα στο φως. 

Ο Κύριος ήθελε να δείξει πως τα πράγματα αυτά γίνο­νται γνωστά ακόμα και χωρίς τη θέλησή μας, όσο κι αν προσπαθούμε να τα κρύψουμε. 

Φτάνει μόνο να μη ζητάμε να γίνονται γνωστά από προσωπική ματαιό­τητα, να μη γίνονται για τον έπαινο
ούτε  για το δικό μας ούτε για το δικό Του. 
Το Θεό να δοξάζετε, αυτό έχει σημασία.

Αυτών δε εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον και εκβληθέντος του δαιμονίου ελάλησεν ο κωφός (Ματθ. θ’ 32, 33). 
Οι άνθρωποι που διψούν για υγεία, σοφία, καλοσύνη και ειρήνη τρέχουν στον Κύριο Ιησού, στη μοναδική πηγή κάθε καλού, όπως οι διψασμένοι ταξιδιώτες στην έρημο μόλις βρουν μια πηγή με νερό. 
Κι η πηγή αυτή είναι τόσο πλούσια, ώστε όποιος και νά ‘ρθει δε φεύγει διψασμένος. 
Με το που βγήκαν έξω οι τυφλοί που θε­ραπεύτηκαν, με ανοιχτά τα μάτια και χωρίς την ανάγκη οδηγού τώρα, οι άνθρωποι που φρόντιζαν έναν κουφό και δαιμονισμένο άνθρωπο, τον έφεραν μπροστά στο Χριστό. Κουφός και δαιμονισμένος
Ούτε το μυαλό για να σχηματίσει προτάσεις είχε, μα ούτε και τη γλώσσα. 
Ο Κύριος δεν τον ρώτησε αν πιστεύει. Πώς θα μπορούσε να πιστεύει κάποιος δαιμονισμένος; Πώς θα μπορούσε να ομολογήσει την πίστη του ένας βουβός;

Ο Χριστός είδε εδώ την πίστη εκείνων που τον φρό­ντιζαν, που τον έφεραν μπροστά Του
Είναι πιθανό ο Κύριος να μίλησε μαζί τους, όπως μίλησε και με τους τυφλούς. 
Ο ευαγγελιστής όμως δεν αναφέρει τίποτα, ίσως για ν’ αποφύγει την επανάληψη. 
Εκείνοι που αναζητούν τη σωτηρία τους, θα διδαχτούν αρκετά απ’ όσα είπε στους τυφλούς. 
Εκείνοι όμως που εμπαίζουν τον Κύριο και τους σωτήριους λόγους Του, οδηγούνται θεληματικά στην απώλεια. 
Αυτούς δεν μπορούν να τους σώσουν ούτε όλα τα λόγια που είπε κι όλα τα έργα που έκανε ο Κύριος σ’ όλη τη διάρκεια της επί­γειας ζωής Του, που αν είχαν όλα καταγραφεί, 
ουδέ αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βι­βλία
όπως λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης 

Αυτά που έχουν γραφεί όμως, είναι αρκετά για μας
Φτάνουν για να πιστέψουμε στον Υιό τού Θεού και να κερδίσουμε την αιώνια ζωή.

Ο ευαγγελιστής περιγράφει ολόκληρο το περιστατι­κό αυτό σε δυο μόνο προτάσεις. 
Σκεφτείτε όμως πόσο μεγάλο είναι το γεγονός αυτό. 
Να βγάλει το δαιμόνιο από το δαιμονισμένο, να ξεκλειδώσει τη γλώσσα του και να τον κάνει να μιλάει ήρεμα και συγκροτημένα. 
Αυτό το γεγονός είναι μεγαλύτερο κι από έναν πόλεμο, για τον οποίο γράφονται τόσα βιβλία. 
Έναν πόλεμο μπορεί να τον κάνει οποιοσδήποτε. 
Μόνον ο Θεός μπορεί να βγάλει ένα δαιμόνιο από τον άνθρωπο και να δώσει την ομιλία σ’ έναν βουβό. 
Για το γεγονός αυτό που ο ευαγγελιστής αποτυπώνει σε δυο φράσεις, θα μπορούσαν να γραφτούν βιβλία ολόκληρα. 
Ανά­μεσα στους άλλους λόγους, 
ο ευαγγελιστής το κάνει αυτό για να δείξει πως ο μεγαλύτερος θαυματουργός όλων των εποχών έκανε πολλά τέτοια θαυμαστά έργα, αλλά και την ευκολία με την οποία έκανε ο Κύριος τα ανήκουστα αυτά θαύματα.

Ο ευαγγελιστής λέει πως πρώτα ο Κύριος έβγαλε το δαιμόνιο κι έπειτα έκανε το βουβό άνθρωπο να μιλήσει.

 Η πράξη αυτή δείχνει πως ο Κύριος πάντα προχω­ρεί από την επιφάνεια στο κέντρο των πραγμάτων, βαθιά μέσα στη ρίζα τού κακού. 






Το πονηρό πνεύμα ήταν μέσα στον άνθρωπο, αλλά είχε δεσμεύσει και τη γλώσσα τού βουβού ανθρώπου. Έπρεπε λοιπόν να βγει πρώτα από τον άνθρωπο το πονηρό πνεύμα και τότε θα λύνονταν αυτόματα τα δεσμά και θα παραδίδονταν τα ηνία που αιχμαλώτιζαν το δαιμονισμένο. 
Γι’ αυτό ο Κύριος πρώτα έβγαλε το πονηρό πνεύμα κι έπειτα χάρισε στον άνθρωπο το νου και την ομιλία.

Το περιστατικό αυτό μας θυμίζει 
τον παραλυτικό, που πρώτα του είπε ο Κύριος, 
αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου και έπειτα 
εγερθείς άρον σου την κλίνην και υπάγε εις τον οίκον σου (Ματθ. θ’ 2, 6). 

Ήταν πάγια τακτική τού Χριστού να θεραπεύει πρώτα τον εσωτερικό άνθρωπο, το εσωτερικό του πάθος, κι έπειτα τη σωματική του αρρώστια

Θα μπορούσε να λύσει τη γλώσσα τού ανθρώπου και ν’ αφήσει το πο­νηρό πνεύμα μέσα του. 
Έτσι όμως τί θα είχε κατορ­θώσει; Γιατί να λύσει τη γλώσσα του; 
Για να μιλήσει το δαιμόνιο και να εκστομίσει βλασφημίες ενάντια στο Θεό και τον άνθρωπο; 

Γιατί να ελευθερώσει τον άνθρωπο από το μικρότερο κακό και να τον αφήσει δεμένο με τα μεγαλύτερα δεσμά
Μήπως μετά από λίγο καιρό ο διάβολος δε θα έδενε ξανά τη γλώσσα του και θα τον ξανάκανε βουβό;





Και εθαύμασαν οι όχλοι λέγοντες ότι ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ· οι δε Φαρισαίοι έλεγον εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια (Ματθ. θ’ 33, 34). 
Μερικοί θαύμαζαν κι άλλοι μυκτήριζαν. 
Μερικοί χαίρονταν με το καλό κι άλλοι ενερ­γούσαν ενάντια στο καλό. 
Ο λαός, οι απλοί άνθρωποι, δόξαζαν το Θεό κι οι ηγέτες του σκέφτονταν τον πονηρό
Οι απλοί άνθρωποι ονόμαζαν το Χριστό Υιό τού Δαβίδ και Κύριο, ενώ οι σοφοί εν εαυτοίς γραμματείς τον έλεγαν άρχοντα των δαιμονίων, απεσταλμένο τού Βεελζεβούλ. 
Οι τυφλοί βρήκαν το φως τους και τον είδαν. 
Οι κουφοί βρήκαν την ακοή τους και τον άκουσαν. 
Οι δαιμονισμένοι ελευθερώθηκαν και τον αναγνώρισαν. Οι άλαλοι μίλησαν και τον ομολόγησαν. 
Οι σοφοί αυτού του κόσμου όμως, με μυαλά σκοτισμένα από τις επίγειες επιδιώξεις και με καρδιές αποστεωμένες από τη ματαιότητα και το φθόνο, δεν μπορούσαν να δουν, ν’ ακούσουν, να γνωρίσουν και να ομολογήσουν τον Υιό τού Θεού, 
η γαρ σοφία του κόσμου τούτου μωρία παρά τω Θεώ εστί(Α’ Κορ. γ’ 19).

Ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ, αναφω­νούσαν με θαυμασμό οι άνθρωποι. 
Είναι αλήθεια πως ο Μωυσής, ο Ηλίας κι ο Ελισαίος έκαναν διάφορα θαύ­ματα, μα πώς; 
Με τη βοήθεια της πίστης, της νηστείας και της προσευχής από την πλευρά τους και τη χάρη τού Θεού από την άλλη
Τα θαύματα αυτά τα έκανε ο Θεός, μέσα από τους αγίους αυτούς ανθρώπους. 
Τα θαύματα του Χριστού όμως έγιναν με τη δική Του δύναμη και εξουσία
Η διαφορά μεταξύ τού Χριστού και των αρχαίων θαυματουργών είναι όπως η διαφορά ανάμεσα στον ήλιο και το φεγγάρι
Το φεγγάρι φέγγει με το φως που δανείζεται από τον ήλιο, ο ήλιος όμως είναι αυτόφωτος, λάμπει με το δικό του φως. 
Οι απρο­κατάληπτες κι απλές ψυχές των ανθρώπων ένιωθαν τη μεγάλη διαφορά, γι’ αυτό κι αναφωνούσαν: ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ.

Οι Φαρισαίοι δεν αρνούνταν τη θαυματουργική δύναμη του Χριστού. Αν μπορούσαν βέβαια θά ‘χαν αρνηθεί όλα τα θαύματα, θα τα έκρυβαν, θα κατέ­φευγαν σε ψευδομάρτυρες για να πιστοποιήσουν τα ψέματά τους, όπως στην ανάσταση του Χριστού. 
Δεν μπορούσαν όμως ν’ αρνηθούν αυτά που έγιναν μπρο­στά σε μεγάλα πλήθη ανθρώπων
Δεν αρνούνταν το θαύμα, μα το ερμήνευαν με το δικό τους πονηρό και πανούργο τρόπο
Εν τω άρχοντι των δαι­μονίων εκβάλλει τα δαιμόνια, έλεγαν. 

Το είπαν αυτό για τον Κύριο σε διάφορες περιπτώσεις κι Εκείνος τους έδωσε σκληρή και αποστομωτική απάντηση. 
Ει ο σατανάς ανέστη εφ’ εαυτόν και μεμέρισται, ου δύναται σταθήναι  τους είπε. 

Είναι, αλήθεια πως είναι πολύ σκληρό για τον άνθρω­πο, ανεξάρτητα από τη διανοητική του επάρκεια, να φανταστεί πιο γελοία, ασυνεπή και ανόητη ερμηνεία των έργων τού Χριστού, απ’ αυτήν που σκέφτηκε ο σκοτισμένος νους των γραμματέων τού Ισραήλ και των αρχόντων τού έθνους. 





Να βγουν τα δαιμόνια από τον άνθρωπο με τη βοήθεια του σατανά Αυτό είναι το ίδιο περίπου με το να ισχυριστούμε πως, σκοτώνει κάποιος τα παιδιά κάποιου πατέρα, με τη βοήθεια τού πατέρα τους 
Ή να επιτίθεται και να εξολοθρεύει ένα στρατό με τη βοήθεια του διοικητή. 
Δεν είναι ψέμα πως ο φθόνος είναι τυφλός. Θά ‘λεγε κανείς πως ο φθόνος είναι και ανόητος. 
Γιατί ο φθόνος δεν κάνει μόνο την καρδιά σκληρή σαν πέτρα και τυφλώνει το νου, αλλά μπερδεύει και τη γλώσσα
Έτσι δεν ξέρει τι λέει κι επομένως όλα όσα εκφέρει η φθονερή γλώσσα, ακούγονται γελοία κι ανόητα.

Ο Κύριος δεν έδωσε σημασία σ’ αυτήν την ανόητη κακεντρέχεια των φθονερών αρχόντων τού λαού, αλλά πορεύτηκε ήρεμα το δρόμο Του, το δρόμο της σωτηρίας όλων εκείνων που του εμπιστεύτηκε ο Πατέρας, ώστε 
ουδείς εξ αυτών απώλετο» (Ιωάν. ιζ’ 12). 
Γι’ αυτό και καταλήγει το σημερινό ευαγγέλιο:

Και περιήγεν ο Ιησούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ  (Ματθ. θ’ 35). 
Οι πόλεις και τα χωριά ήταν το ίδιο γι’ Αυτόν. 

Δεν αναζητούσε τις πόλεις και τα χωριά, αλλά τους ανθρώπους

Ο ευαγγελιστής μιλάει για όλες τις πόλεις και τα χωριά, για να δείξει το ζήλο τού Χριστού
Ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με (Ψαλμ. ξη’ 9)
Για τον Κύριο μια μέρα ήταν σαν χίλια χρόνια. 
Το έργο τού Χριστού ήταν τριμερές, όπως βγαίνει καθαρά από τα λόγια τού ευαγγελιστή: 
Δίδασκε, κήρυττε το Ευαγ­γέλιο της Βασιλείας και θεράπευε κάθε αρρώστια και ασθένεια των ανθρώπων
Δίδασκε, δηλαδή ερμήνευε το πνεύμα της πρώτης Δημιουργίας και του Παλαιού νόμου. 
Κήρυττε, έθετε τα θεμέλια της Νέας Κτίσης, της Βασιλείας τού Θεού, της Εκκλησίας των Αγίων. 
Θεράπευεέδινε δηλαδή τη μαρτυρία τής διδαχής και του κηρύγματός Του με τα έργα Του.

Όλ’ αυτά ο Κύριος τα έκανε από αγάπη όχι μόνο για το λαό τής εποχής εκείνης, για τους συγχρόνους Του, αλλά και για μας
Ο Κύριος είναι σύγχρονος με όλους όσοι υπήρχαν και θα υπάρξουν
Τό ‘κανε αυτό ώστε με το φως Του ν’ ανάψει το καντήλι τής ψυχής μας· με την αγάπη Του να συναντήσει την πίστη μας· με τη συνάντηση αυτή της αγάπης τού Θεού με την πίστη μας να πραγματοποιηθεί το θαύμα τής σωτηρίας μας: 
η θεραπεία τής πνευματικής τύφλωσης, της παράνοιάς μας και κάθε αρρώστιας και ασθένειας.

Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ τού Ζώντος Θεού, ελέησέ μας .






(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ομιλίες Δ’ – Κυριακοδρόμιο, Εκδ. Πέτρου Μπότση, 2012)