Η κ.Αμαλία, με την λάμψη στα μάτια και την αγωνία στη φωνή, σαν να της τελειωνε ο χρόνος, συνέχισε :
Ενα χειμωνιάτικο πρωϊνό, πριν 32 χρόνια, ο άνδρας μου σηκώθηκε, ντύθηκε, μόνος του, έφαγε το πρωϊνό του, όπως συνήθιζε πάντα, μας χαιρέτησε και έφυγε μαζί με τον φύλακα, οδηγό, και νοσοκόμο του, που τον πρόσεχε διακριτικά αφ ότου μας τον έφερε χαμένον η αστυνομία. Πήγαινε όπου του έλεγε και τον άφηνε, παρακολουθώντας τον απο μακριά, κι όταν καταλάβαινε οτι ήθελε να φύγει τον πλησίαζε και τον συνόδευε στο αυτοκίνητο.Εκείνη τη μέρα του ζήτησε να πάνε στο Λαύριο, στα παλιά μεταλλεία, οπως του είπε. Πράγματι πήγαν στο λιμάνι κι απο εκεί τον οδήγησε σε μια τοποθεσία όπου υπήρχαν τα υπολείματα των μεταλλείων, κουφάρια εγκατελειμμένα στο χρόνο.
Κάθισε στη ρίζα ενός δένδρου, και βυθίστηκε στις σκέψεις του, όπως συνήθως έκανε, κατα τις διηγήσεις πάντα του νοσοκόμου-φύλακά του, που τον παρακολουθούσε απο απόσταση.Σε κάποια στιγμή ύστερα απο ώρα, είδε οτι συνομιλούσε με κάποιον. Δεν ήταν κάτι το έκτακτο, πάντα μιλούσε και πολύ καλά μάλιστα με τον κόσμο. Κι έτσι ο νοσοκόμος δεν έδωσε σημασία, όμως τώρα συγκέντρωσε την προσοχή του στο ζευγάρι των ανδρών. Για μια στιγμή απέσπασε την προσοχή του η φωνή μιας γυναίκας που μάλωνε με το παιδί της, κι όταν ξαναγύρισε τα μάτια του ο άνδρας μου δεν βρίσκονταν κάτω απ το δένδρο. Αμέσως ο νοσοκόμος σηκώθηκε και άρχισε να ψάχνει ένα γύρω, γνωρίζοντας οτι κάπου εκεί κοντά θα τον εύρισκε.
Πράγματι σε λίγα λεπτά βρέθηκε σε μια εκκλησία, μάλλον εξωκλήσι ήταν κι ο άνδρας μου κάθονταν στο στασίδι και χαμογελούσε. Οταν τον πλησίασε ο νοσοκόμος, του είπε γλυκά :Συγχώρα με Νίκο μου, σε τάραξα αλλά δεν μπορούσα να διακόψω τον Νεκτάριο που μου μιλούσε τόσο όμορφα,και ξέρεις κάτι ρε Νίκο, είμαι βλάκας,τώρα με περικεφαλαία ή όχι δεν ξέρω, όμως βλάκας είμαι.
Ηταν τόσο απλό και εύκολο,ένα ΣΥΓΝΩΜΗΝ ΕΓΩ ΕΦΤΑΙΞΑ ήταν όλο κι όλο.Το είπα στον παππούλη, του είπα πού έκανα λάθος, με έφερε στην εκκλησία, φόρεσε το πετραχήλι και μου είπε οτι όλα τα αμαρτήματά μου-αρρώστιες μου έφυγαν. Ομως μου είπε οτι πρέπει να πάω σε κάποιο μοναστήρι εδώ κοντά να μου διαβάσει κάποια ευχή ο ιερέας εκεί.Ξέρεις κανένα μοναστήρι εδώ κοντά;
Πράγματι ο Νίκος τον πήγε στο Μοναστήρι στην Καμάριζα, κι εκεί έπεσε το δεύτερο αστροπελέκι στη ζωή του άνδρα μου.Είδε την εικόνα του Αγίου Νεκτάριου, στο όνομα του οποίου είναι το μοναστήρι, και πέτρωσε.Αυτός μου μίλησε,είπε στον Νίκο, αλλά και στον ιερέα που στη συνέχεια του διάβασε τη συγχωρητική ευχή, οπως Εκείνος του ζήτησε να κάνει.Το βράδυ στο σπίτι δεν είπε κανείς τίποτα. Ολα κύλησαν σαν να μην είχε συμβεί το παραμικρό.
Ο Νίκος, απ τη φύση του επαγγέλματός του, ποτέ δεν σχολίαζε το παραμικρό, εκτός κι αν τον ρωτούσες.Κανείς δεν τον ρώτησε, σε κανέναν δεν σχολίασε τίποτα.
Την επόμενη μέρα, όλα με τον ίδιο τρόπο. Το πρωϊνό, το ντύσιμο, τα φάρμακα, μόνο που αυτό το πρωϊνό, φόρεσε ένα ζωηρόχρωμο κουστούμι, και μια όμορφη γραβάτα, ά ναι. και έβαλε κολώνια, κάτι που είχε να κάνει πολύ καιρό.Με φίλησε κι έφυγε με τον Νίκο. Ομως αυτή τη φορά δεν πήγε στην αγαπημένη του παραλία, αλλά στο Αιγηνίτειο,στον καθηγητή και οικογενειακό μας φίλο.Το τί έγινε εκεί δεν μάθαμε ποτέ.Ο Καθηγητής με ένα περίεργο χαμόγελο μας είπε κάτι περί ιατρικού απορρήτου. Ο Παπαζάχος κάπως μας φώτισε, κι αυτός με πολλά χαμόγελα και χτυπήματα στη πλάτη και τίποτα παραπάνω.Πέρασε ένα εξάμηνο περίπου.
Το καθημερινό πρόγραμμα, ρουτίνα.Ηταν Νοέμβριος 9, η γιορτή του Αγίου Νεκταρίου,όταν το απόγευμα δέχτηκα το τηλεφώνημα απο τον καθηγητή και τον δικηγόρο μας.Ηρθαν κι οι δυό στο σπίτι μας.
Είμασταν όλη η οικογένεια. Η μέρα εκείνη ήταν η καλύτερη της ζωής μας.Ο Καθηγητής σοβαρός, μας ανεκοίνωσε οτι ο μπαμπάς μας δεν είχε τίποτα πλέον. Το Β-αμυλοειδές εξαφανίστηκε, άγνωστο πώς απ το κεφάλι του, δεν είπε αυτό ακριβώς, αλλά κατι πιό περίπλοκο που δεν κατάλαβα, και πως μετεβίβασε σε μένα με γενικό πληρεξούσιο όλες τις αρμοδιότητες διαχείρισης της κινητής και ακίνητης περιουσίας μας, και ο ίδιος φεύγει για το Αγιο Ορος, γιατί ήδη είχε χάσει πολύτιμα χρόνια ασχολούμενος με τη λογική,και πάει να βρή την καρδιά του και τον Χριστό του,τον δικό του Χριστό, αυτόν που του σύστησε ο Αγιος Νεκτάριος στο λαύριο , στην Καμάριζα,εκείνη τη μέρα, ο οποίος και του εξήγησε τί ακριβώς ήταν η αρρώστια του και που οφείλονταν, και πώς θεραπεύεται.
Εδώ ο καθηγητής σοβάρεψε, και μας είπε οτι μέχρις εδώ μπορούσε να μας πεί, γιατί τα παρακάτω αν λέγονταν θάπρεπε όλοι μας να τα παρατήσουμε και να πάρουμε τα βουνά αν όχι τα μοναστήρια.Φεύγοντας, στην πόρτα, έσκυψε και μου είπε: Ο άνδρας σας είναι ΑΛΛΟΣ άνθρωπος πλέον.
Μην προσπαθήσετε να τον καταλάβετε, και πρός Θεού μην τον εμποδίσετε να φύγει.Είναι ο πιό υγιής ευτυχισμένος ανθρωπος που έχω δεί τα 30 χρόνια της ιατρικής μου ζωής.Πριν γυρίσει για να μπεί στο αυτοκίνητο, νομίζω οτι είδα δάκρυα στα μάτια του.Τότε δεν κατάλαβα αλλά ύστερα απο 2-3 μήνες, καταλαβα πού οφείλονταν αυτά τα δάκρυα.
Εδώ φίλοι μου, τέλειωσε η κυρία Αμαλία την απίθανη εξιστόρησή της.Περιττό να σας πώ οτι η εγγονή ξεχάστηκε τελείως, άλλωστε δεν ηταν παρά η αφορμή για να μου πεί την ιστορία της.Την απορία μου έλυσε φεύγοντας, όταν στην πόρτα μου ειπε:
Αυτό το χρώσταγα στον Παπαζάχο.Για μερικά λεπτά , δεν μίλησε κανείς μας. Αφήστε ρε παιδιά, γίνονται πράγματα που να μην σας πώ.
Ηταν ίσως η πρώτη φορά που κανείς δεν ήθελε να φάει.
Ο ουρανός είχε πάρει ένα απίθανο χλωμό χρώμα , ενώ η ατμόσφαιρα θύμιζε φθινόπωρο, όμως πνιγμένο στο γιασεμί και το φρεσκοσκαμμένο χώμα.
Ποιός σκέφτονταν εκείνη την ώρα το φοβερό Αλτζχάιμερ και το Β- αμυλοειδές
Φευγοντας λες κι ειχα μιαν μελαγχολια στη καρδια.
Ξημερωνε του Αγιου Νεκταριου.
Χαιρετε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου